26/11/2007
Αρχαιολογικές θέσεις Ελεάτιδας
Η αναφορά του αρχαίου ιστορικού Θουκυδίδη κατά την περιγραφή της ναυμαχίας των Συβότων (432 π.Χ.), που προηγήθηκε του Πελοποννησιακού Πολέμου, επέτρεψε την ταύτιση της Ελεάτιδας, της χώρας του φύλου των Ελεατών Θεσπρωτών, με τη νοτιοανατολική Θεσπρωτία: την κοιλάδα δηλαδή της Παραμυθιάς, που οριοθετείται από τα βουνά της Παραμυθιάς στα ανατολικά και τα χαμηλότερα υψώματα του Μαργαριτίου στα δυτικά και διασχίζεται από τον παραπόταμο του Αχέροντα, Κωκυτό.
Η περιοχή αυτή παρουσιάζει διαχρονική κατοίκηση από τους προϊστορικούς χρόνους μέχρι και την ύστερη βυζαντινή και την οθωμανική περίοδο.
Α. Από τους προϊστορικούς έως τους πρώιμους ιστορικούς χρόνους.
Η κοιλάδα της Παραμυθιάς είχε κατοικηθεί από την Παλαιολιθική εποχή, όπως αποδεικνύεται από την ανεύρεση χιλιάδων λίθινων πυριτολιθικών εργαλείων, σε αποθέσεις ερυθρογής (κοκκινόχωμα).
Λιγοστές είναι οι ενδείξεις -ελάχιστα λίθινα εργαλεία- για την κατοίκηση κατά τη Νεολιθική Εποχή (9.000 ~ 3.000 π.Χ.), αλλά και την Εποχή του Χαλκού (3.000 ~ 1.100 π.Χ.). Στην τελευταία φάση αυτής της περιόδου -γνωστή και ως μυκηναϊκή (1.580~1.100 π.Χ.)- χρονολογούνται λίγα θραύσματα πήλινων αγγείων και σποραδικά μεταλλικά ευρήματα, που επιβεβαιώνουν τις εμπορικές επαφές των κατοίκων του εσωτερικού της Θεσπρωτίας με τους Μυκηναίους, που είχαν ιδρύσει εμπορικούς σταθμούς στις ακτές.
Στην περιοχή της Ελεάτιδας έχουν εντοπιστεί τα μοναδικά μέχρι σήμερα ευρήματα των Γεωμετρικών χρόνων (900 ~ 700 π.Χ.) από τη Θεσπρωτία, ενώ στο βορειοδυτικό άκρο της κοιλάδας, η ανασκαφική έρευνα έφερε στο φως σημαντικά ευρήματα των αρχαϊκών χρόνων (700 ~ 500 π.Χ.).
Β. Η περίοδος της ακμής (4ος αι. ~ 167 π.Χ.)
Στα τέλη του 4ου και στις αρχές του 3ου π.Χ. αι., στους πρόποδες των υψωμάτων που οριοθετούν την κοιλάδα της Παραμυθιάς, χτίζονται οχυρώσεις -τα κάστρα της Παραμυθιάς, του Σεβαστού, της Ασφάκας, του Γαρδικίου, της Αγοράς, της Χόικας, του Αγ. Δονάτου Ζερβοχωρίου- από τις οποίες ελέγχονταν η ευρύτερη περιοχή. Η ίδρυση των οχυρώσεων αυτών εντάσσεται μάλλον στο πλαίσιο της αμυντικής στρατηγικής του Ηπειρώτη βασιλιά Πύρρου (292 ~ 271 π.Χ.).
Τμήματα ενός μικρού ανοχύρωτου οικισμού και μικρό αγροτικό ιερό των κλασικών και ελληνιστικών χρόνων ήρθαν στο φως στους πρόποδες λόφου στο Σεβαστό.
Στην πεδινή έκταση της κοιλάδας η ανασκαφική έρευνα έχει αποκαλύψει μόνο τάφους και ταφικά μνημεία των ελληνιστικών χρόνων. Φαίνεται ότι καθ όλη αυτή την περίοδο, η περιοχή εκατέρωθεν του Κωκυτού, «του ποταμού των θρήνων» των αρχαίων, χρησιμοποιήθηκε αποκλειστικά ως νεκρόπολη.
Ιδιαίτερα προσεγμένης κατασκευής ήταν το ταφικό ηρώο στη θέση «Μάρμαρα» Ζερβοχωρίου με μεγάλο κιβωτιόσχημο τάφο και λίθινη τράπεζα προσφορών στο εσωτερικό του, ενώ από τον από παλιά γνωστό στην αρχαιολογική έρευνα τάφο στο Προδρόμι προέρχονται θώρακας και κράνος πολεμιστή.
Γ. Ρωμαϊκοί και Βυζαντινοί χρόνοι
Την περίοδο αμέσως μετά τη ρωμαϊκή κατάκτηση του 167 π.Χ. στην πεδινή έκταση της κοιλάδας της Παραμυθιάς, πλην των ταφών και ταφικών μνημείων κτίζονται αγροικίες -όπως αυτές στο Ζερβοχώρι και το Σκάνδαλο- και εργαστήρια.
Η εγκατάσταση των Ρωμαίων ευνόησε την ανάπτυξη κάποιων πόλεων, όπως της ρωμαϊκής αποικίας της Φωτικής, βόρεια της Παραμυθιάς, η ίδρυση της οποίας τοποθετείται τον 1ο αι. π.Χ. Κατά το 2ο και 3ο μ.Χ. αιώνα στη Φωτική λειτουργούσε τοπική Βουλή. Η πόλη επέζησε και κατά τις επόμενες περιόδους, τόσο την Παλαιοχριστιανική όσο και τη Μέση Βυζαντινή.
Η ύπαρξη παλαιοχριστιανικών βασιλικών στην Παραμυθιά, το Ζερβοχώρι και τη Γλυκή καθώς και τα Υστεροβυζαντινά και Μεταβυζαντινά κάστρα και μνημεία της Παραμυθιάς, αλλά και της ευρύτερης περιοχής, αποδεικνύουν ότι η κοιλάδα συνέχιζε να διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο μέχρι και τα μέσα του 20ου αι.
|