08/07/2008
Η εκπαιδευτική του πορεία
Σύνδεσμος Αποφοίτων Ζωσιμαίας Σχολής Ιωαννίνων
Πηγή: Σπύρος Εργολάβος, Γεώργιος Παπακώστας, Φρίξος Πούρλης, Κώστας Καραγιαννίδης
© Δήμος Ιωαννίνων |
προεπισκόπηση εκτύπωσης
|
Πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής, το 1886, και διδάκτωρ της Φιλοσοφίας επιστρέφει στα Γιάννινα. Προσλαμβάνεται αμέσως ως φιλόλογος καθηγητής στη Ζωσιμαία Σχολή η στην οποία υπηρετεί συνεχώς, κατά την πρώτη περίοδο, από το 1886 μέχρι το 1891, οπότε μεταβαίνει στο Μόναχο της Γερμανίας για μετεκπαίδευση. Η πρόσληψη αλλά και η παραμονή j στη Ζωσιμαία Σχολή, εκείνη την εποχή, δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Σύμφωνα με τον Κανονισμό της Σχολής που ίσχυε την εποχή του Καλούδη .«Οι καθηγηταί της Ζωσιμαίας Σχολής πρέπει να είναι διδάκτορες». Αυτό το προσόν, όπως είδαμε, το διέθετε ο Καλούδης. Στο σημείο αυτό, οφείλουμε να ομολογήσουμε, ευτύχησε η Ζωσιμαία Σχολή. Υπηρέτησαν σ αυτή δάσκαλοι ικανοί που δημιούργησαν λαμπρή παράδοση. Αρκετοί απ αυτούς είχαν πραγματοποιήσει λαμπρές σπουδές στην Ευρώπη και μετάφεραν στην πόλη μας το φιλελεύθερο πνεύμα της, τη στιγμή που η σκλαβιά και το σκοτάδι βασίλευαν, στα περισσότερα μέρη του υπόδουλου Ελληνισμού. Χωρίς να λείπουν, βέβαια, και οι εξαιρέσεις, η πόλη θεώρησε την ίδρυση της Σχολής από το Ν. Ζωσιμά ως «το μεγαλύτερον, ωφελιμώτερον, ιερώτερον και επωφελέστεροv» απ όλα το Ιδρύματα, γι' αυτό ενδιαφέρθηκε το προσωπικό της να είναι «συγκροτημένον και να έχη καλήν πληρωμήν, να είναι πρώτης δυνάμεως, αντάξιον της φήμης της γεραράς Ζωσιμαίας Σχόλής».
Δεν ήταν όμως δύσκολη μόνο η πρόσληψη στη Σχολή. Δύσκολη -περισσότερο μάλιστα- ήταν η παραμονή. Και τούτο για δυο βασικά λόγους:
Πρώτα. γιατί οι διδάσκοντες διορίζονταν από την εφορεία για ένα έτος, με ειδικό συμφωνητικό, το οποίο ίσχυε από την 1 η Σεπτεμβρίου μέχρι την 31 η Αυγούστου του επόμενου έτους, εκτός αν γινόταν ανανέωσή του -ετήσια πάντα- με άλλο συμφωνητικό. Οι όροι που έθετε ο Κανονισμός της Σχολής για το διδακτικό προσωπικό ήταν αυστηρότατοι: όποιος δεν εφάρμοζε κατά γράμμα τον Κανονισμό της Σχολής και δεν ανταποκρινόταν πλήρως στα καθήκοντά του, παυόταν από τη θέση του χωρίς να έχει καμιά απαίτηση αποζημίωσης.
Έπειτα, γιατί, στα πλαίσια της Κοινοτικής Οργάνωσης της πόλης, τα μέλη της Εφορείας από τα οποία γινόταν η πρόσληψη του προσωπικού είχαν την ανάλογη κομματική εξάρτηση. Αυτά, λοιπόν, τα «κομματικά» κριτήρια επηρέαζαν συχνά την απόφαση, τόσο για την πρόσληψη, όσο και για την απομάκρυνση του προσωπικού. Έτσι, συνέβη ώστε αξιόλογοι καθηγητές να απομακρυνθούν από τη Σχολή με πολλές συνέπειες για την ομαλή λειτουργία της, επειδή ανήκαν σε μερίδα κομματική αντίθετη από αυτή στην οποία ανήκαν οι Έφοροι της Σχολής και το κόμμα που τους εξέλεξε. Θύμα αυτής της τακτικής υπήρξε και ο Γεώργιος Καλούδης, ως γαμπρός των Κιγκαίων.
Ο Καλούδης καθηγητής στη Ζωσιμαία.
Ήρθε, λοιπόν, ο Καλούδης ως καθηγητής στη Ζωσιμαία Σχολή το 1886. Βρέθηκε σε ένα περιβάλλον που ήταν σ αυτόν οικείο από τα μαθητικά του χρόνια. Δεν είχαν περάσει, άλλωστε, παρά μόνο πέντε χρόνια, από το 1881, που αποφοίτησε από τη Ζωσιμαία Σχολή. Στο ίδιο κτίριο, στις ίδιες αίθουσες, που παρακολούθησε τα μαθήματα ως μαθητής της Ζωσιμαίας, εκεί, στον ίδιο χώρο θα υπηρετήσει και ως καθηγητής. Εναλλάσσει έτσι τη θέση του μαθητή με τη θέση του καθηγητή και αργότερα αυτή θα την εναλλάξει με τη θέση του Γυμνασιάρχη. Ήξερε, πολύ καλά μάλιστα, τα καθήκοντα, τόσο των καθηγητών της Ζωσιμαίας Σχολής, όσο και των μαθητών. Ο Κανονισμός της Σχολής που εγκρίθηκε το 1878 και τον είχε εφαρμόσει ως μαθητής, ίσχυε ακόμα, το 1891, και τον εφάρμοσε, κατά τον πρώτο χρόνο της υπηρεσίας του, και ως καθηγητής. Και ο Κανονισμός που εγκρίθηκε, ένα χρόνο αργότερα, το 1892 κινήθηκε στα ίδια περίπου πλαίσια. Εξ ίσου οικείο, με το ισχύον καθεστώς στη Σχολή, του ήταν και το προσωπικό. Μερικοί πρώην καθηγητές του, όπως ο Μ. Πανταζής, ο Δ. Λιβαδεύς, ο Αθ. Χατζηγιάννης, ο Δημ. Ράμμος, ήταν τώρα συνάδελφοί του. Στα πρώτα βήματα της διδασκαλίας του, του στάθηκαν πολύτιμοι συμπαραστάτες οι Γυμνασιάρχες της Ζωσιμαίας Σχολής - Μ. Πανταζής, ο Γ. Σωτηριάδης, ο Α. Ζαμαρίας- υπό τη φωτεινή καθοδήγηση των οποίων ανταποκρίθηκε στο δύσκολο διδακτικό του έργο. Κάτι παρόμοιο συνέβαινε και με την Εφορεία. Τον Νικόλαο Κίγκο τον άφησε ως μαθητής, το 1881, Έφορο της Σχολής. Έφορο τον βρήκε και το 1886, ως καθηγητής πια της Σχολής. Σε όλα τα παραπάνω πρέπει να προσθέσουμε και δύο ακόμη γεγονότα. Το ένα ότι η οικογένειά του ήταν μόνιμα εγκαταστημένη στα Γιάννινα όπου και ο ίδιος είχε γεννηθεί. Το άλλο ότι λίγο αργότερα συν- δέθηκε με τη γνωστή Γιαννιώτικη οικογένεια των Κιγκαίων. Έτσι επιδόθηκε, με ζήλο, στα καθήκοντά του, φρόντισε και κατόρθωσε να αναδειχτεί σε έναν από τους πιο σπουδαίους καθηγητές της Ζωσιμαίας. Αυτό αναγνωρίστηκε από όλους, παρ' όλες τις περιπέτειές του και τις απομακρύνσεις του από τη Σχολή. Αυτές έγιναν με άλλα κριτήρια. Είχε ο Καλούδης τεράστια φιλολογική και φιλοσοφική μόρφωση που απόχτησε στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και στο Μόναχο της Γερμανίας. Επί ολόκληρες δεκαετίας κυριαρχούσε πνευματικά στα Γιάννινα και θεωρούνταν περισσότερο Πανεπιστημιακός Καθηγητής παρά ένας εξαιρετικός λειτουργός της Μέσης Εκπαίδευσης.
Αυτό το αποδεικνύουν, πρώτα, τα ίδια τα γραπτά του κείμενα που σώζονται ακόμα μέχρι σήμερα στο αρχείο του το οποίο βρίσκεται στην οικία του, στην οδό Αρχιμανδρειού 5. Δεν άφησε ο Καλούδης ολοκληρωμένα συγγράμματα σε επίσημα βιβλία. ʼφησε όμως ένα ολόκληρο όγκο από σημειώσεις, υπομνήματα, εργασίες που τον αναδεικνύουν σε βαθύ γνώστη των Ελληνικών και των Λατινικών γραμμάτων. Διαβάζεις αυτά τα γραπτά του κείμενα και καταλαμβάνεσαι από δέος. Διαπιστώνεις ότι δεν υπήρχε λεπτομέρεια από την Αρχαία Ελληνική και Λατινική Φιλολογία, από την Αρχαία και Νεότερη Ιστορία που να μην τη γνωρίζει. Είχε επιδοθεί με αξιοθαύμαστο ζήλο στη μελέτη των αρχαίων κειμένων και είχε κατανοήσει βαθιά το αρχαίο πνεύμα. Περισπούδαστες οι μελέτες του για το Ομηρικό Ζήτημα, για τους Αρχαίους Τραγικούς, για βασικά σημεία της Ιστορίας της Ηπείρου, για κάθε θέμα που διατηρεί και σήμερα την επικαιρότητά του και παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον.Το επιβεβαιώνουν, έπειτα, οι ίδιοι οι μαθητές του, καθώς επίσης και οι συνάδελφοί του. Όσοι αποφοίτησαν από τη Ζωσιμαία Σχολή και τον άκουσαν να διδάσκει από την έδρα διηγούνται με θαυμασμό και περιγράψουν με τα ζωηρότερα χρώματα τη φωτεινή και υπέροχη ακαδημαϊκή διδασκαλία του. Κατά κοινή ομολογία ο Καλούδης κατέχει επίζηλη θέση στη χορεία των μεγάλων δασκάλων της Ηπείρου: Δεν απόχτησε φήμη από τα συγγράμματά του∙ απόχτησε όμως φήμη από τη σοφία του, τον πλούτο των γνώσεών του και την υπέροχη προφορική διδασκαλία του.
Δεν ήταν εύκολο το διδακτικό έργο του Καλούδη -όπως και των άλλων συναδέλφων του- ιδιαίτερα κατά τα χρόνια της σκλαβιάς. Ήταν, εκείνα τα χρόνια, πολλές και σκληρές οι απαιτήσεις, Έπρεπε να φροντίζουν για τη διανοητική διαμόρφωση και την ηθική διάπλαση των μαθητών, να εφοδιάζουν αυτούς με τις αναγκαίες για τον κοινωνικό βίο γνώσεις και να τους προετοιμάζουν για ανώτερες σπουδές στο Πανεπιστήμιο. Όλα τα μαθήματα που διδάσκονταν στη Ζωσιμαία, κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, είχαν τα προβλήματά τους. Στα Γιάννινα ο χαρακτήρας των Γραμμάτων, από παλιά, ήταν ιδεολογικός και εθνικός. Καθετί που παραδινόταν, παραδινόταν με κατεύθυνση και σύστημα. Τα μεγαλύτερα προβλήματα όμως παρουσίαζε -όπως ήταν επόμενο- το μάθημα της Ιστορίας. Κάτω από την τουρκική κυριαρχία η διδασκαλία της Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας δεν ήταν δυνατή∙ τέτοια ενέργεια θα έδινε αφορμή να κλείσει η Ζωσιμαία, γιατί η όλη δραστηριότητά της τελούσε υπό την αυστηρή επιτήρηση της τουρκικής ηγεσίας.
Προβλήματα που δημιουργούσε, σε ορισμένες περιπτώσεις, και η δραστηριότητα της Εφορείας. Πολλές και αποφασιστικές ήταν οι αρμοδιότητές της. Αρκετές, δυστυχώς, ήταν, συχνά, και οι παρεμβάσεις της που προκαλούσαν αναπόφευκτες διαφορές ανάμεσα στα μέλη της και στα μέλη του συλλόγου των καθηγητών της Σχολής. Στην ιστορία της Σχολής αναφέρονται αρκετές τέτοιες περιπτώσεις. Ενδεικτικά μνημονεύουμε το περιστατικό που συνέβη το 1899: Η Εφορεία έδωσε γραπτή εντολή στο σύλλογο των καθηγητών να εφαρμόσει συγκεκριμένη διάταξη του Κανονισμού της Σχολής που αφορούσε μεταξεταστέους μαθητές σε τριτεύοντα μαθήματα. Την ίδια μέρα, με πρωτοβουλία του Γ. Καλούδη, συνήλθε ο σύλλογος των καθηγητών ο οποίος αντέδρασε σε μια τέτοια εντολή με το σκεπτικό ότι «ο σύλλογος των καθηγητών απεφήνατο γνώμην, προσέτι δε υπέρ της αναθεωρήσεως ταύτης ακυρούνται αι προηγούμεναι πράξεις του καθηγητικού συλλόγου» και έκρινε ότι «το ζήτημα τυγχάνει της αρμοδιότητος του κ. Γυμνασιάρχου»
Προβλήματα επίσης δημιουργούσαν και οι μαθητές με τη συμπεριφορά τους. Ο Κανονισμός της Σχολής καθόριζε με ακρίβεια και αυστηρότητα τα καθήκοντα των μαθητών και δεν επέτρεπε, σε καμιά περίπτωση, απόκλιση απ' αυτά. Την εποχή που υπηρετούσε στη Σχολή ο Καλούδης, και συγκεκριμένα το 1888, εφαρμόστηκε με βάση τον Κανονισμό, το «Ποινολόγιο» το οποίο προέβλεπε αυστηρότατες ποινές στους παρεκτρεπόμενους μαθητές∙ ανάμεσα σ αυτές ο «περιορισμός» και η «φυλακή». Προείχε, πάνω απ όλα, το γόητρο της Σχολής, Ενδεικτικό το παρακάτω περιστατικό:
Μαθητής «εδάρη εις την τάξιν υπό καθηγητού» και κρίθηκε από το σύλλογο των καθηγητών «παμψηφεί αθώος, διότι ούτος εν αμύνη ευρισκόμενος απώθησε τον επί του θρανίου αναβάντα και εκείθεν λαξ (με κλωτσιές) κτυπούντα αυτόν καθηγητήν, αποβάλλει δ όμως αυτόν επί πέντε ημέρας διά το γενικόν συμφέρον και το γόητρον της Σχολής».
Και το πιο αξιοπερίεργο: Οι μαθητές, και όταν ακόμα ήταν αθώοι και αποβάλλονταν, δεν είχαν το δικαίωμα να διαμαρτυρηθούν και να αναφερθούν κάπου «εγγράφως», Τους το απαγόρευε ο Κανονισμός της Σχολής. Έτσι εξηγείται το γεγονός ότι, κατά καιρούς, εκδηλώθηκαν ορισμένες στάσεις και εξεγέρσεις των μαθητών της Ζωσιμαίας Σχολής∙ αποτελούν και αυτές κομμάτι αναπόσπαστο της ιστορίας της.
Οι στάσεις του 1888 και του 1900.
Δυο τέτοιες στάσεις έζησε, στη Ζωσιμαία, ο Γ. Καλούδης και τις διηγούνταν, πολλά χρόνια αργότερα, στους συνομιλητές του: Το 1888 γίνεται απεργία απ τους μαθητές της τελευταίας τάξης. Γυμνασιάρχης τότε στη Ζωσιμαία ήταν ο Μ. Πανταζής. Η αυστηρότητα του Πανταζή και όλου του προσωπικού ανάγκασαν τους μαθητές να μη λάβουν μέρος στις εξετάσεις. Οι Έφοροι, για να καθησυχάσουν τα πράγματα της Σχολής, υποχρέωσαν, κατά εύσχημο τρόπο, τον Πανταζή να αποχωρήσει και τον αντικατέστησαν με το γνωστό παιδαγωγό και λόγιο της εποχής Γ. Σωτηριάδη. Τα πράγματα όμως της Σχολής κάθε άλλο παρά ησύχασαν. Αυτό φάνηκε στις αρχές του Μαΐου του 1900. Τότε εκδηλώθηκε μια πρωτοφανής, για τα δε- δομένα της εποχής, στάση των μαθητών της Δ' τάξης της Ζωσιμαίας Σχολής. Τα αίτια αυτής της στάσης, όπως παρουσιάζονται από τον τύπο της εποχής και από μεταγενέστερους μελετητές, δεν είναι ξεκαθαρισμένα. Βέβαιο πάντως είναι πως είχαν κλαπεί από το Γυμνασιαρχείο οι μαθητικοί κατάλογοι. Το γεγονός αυτό το αναφέρει και το καταδικάζει, μαζί με την όλη κατάσταση που επικρατούσε στη Σχολή, η εφημερίδα «ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ»:
«Πρωτοφανής πράξις συνέβη εις την Ζωσιμαίαν Σχολήν μαρτυρούσα την αποσύνθεσιν της Σχολής ταύτης και την διαφθοράν, η οποία σπαράττει από καιρού την άλλοτε θαυμασίαν ακμάζουσαν Σχολήν.
Την παρελθούσαν Κυριακήν αφήρεσαν από του γραφείου της Σχολής όλους τους καταλόγους της Σχολής. Ο Γυμνασιάρχης ευθύς την επομένην ημέραν ήρξατο ανακρίσεων, ουδέν όμως μέχρι σήμερον κατώρθωσεν. Είναι βεβαίως ανάγκη να αποκαλυφθώσι και τιμωρηθώσι ν αυστηρότατα οι δράσται της πρωτοφανούς ταύτης πράξεως η οποία ατιμάζει και κλονίζει εκ βάθρων το γόητρον της μοναδικής μας Σχολής».
Τέτοια πράξη όμως δεν μπορούσε να την ανεχθεί ο σύλλογος των καθηγητών και προπαντός η Εφορεία. Μια μέρα αργότερα, στις 13 Μαΐου 1900, «Η Eφρεία μετά του διδακτικού συλλόγου συνελθόντες εις κοινήν συνεδρίαν και λαβόντες υπ' όψιν την επανειλημμένην θρασείαν και ασεβή προς την Σχολήν στάσιν των μαθητών της Δ ' τάξεως του Γυμνασίου και την σκληροτράχηλον αυτήν εμμονήν εις ασύγγνωστον διαγωγήν, δι' ης παρεβιάσθη το ιερόν αυτής έδαφος και προσβάλλεται η τιμή και το γόητρον αυτής: Αποφασίζει παμψηφεί την διάλυσην της τάξεως ταύτης».
Η τιμωρία αυτή θεωρήθηκε απ' τον τύπο της εποχής δίκαιη. Η στάση όμως των μα- θητών δεν τελείωσε με τη διάλυση της Δ' τάξης. Είχε και συνέχεια, με ευρύτερες προεκτάσεις για την πόλη και την περιοχή. Οι μαθητές που αποβλήθηκαν απ' τη Σχολή, όπως περιγράφει αργότερα ένας απ' αυτούς, κατέφυγαν στο μεγάλο καλαμώνα της λίμνης, κοντά στη θέση «Κοπάνοι» και ίδρυσαν την Πολιτεία του Καλαμώνα, όπως την αποκάλεσαν.
Δυο μήνες αργότερα τροποποιήθηκε και αυτή η απόφαση και όλοι οι μαθητές προσήλθαν στις εξετάσεις τον Ιανουάριο του 1901. Οι εξετάσεις όμως ήταν αυστηρότατες. Απ τους 36 μαθητές απολύθηκαν μόνο 16, από δε τους πρωτεργάτες μόνο ο Μαρτίνης. Έτσι έληξε η στάση του 1900.
Ήταν, πράγματι, δύσκολα τα χρόνια που ο Καλούδης υπηρέτησε ως καθηγητής στη Ζωσιμαία, με διακοπές, από το 1886 μέχρι το έτος 1902. Δύσκολα, αλλά και αποδοτικά. Φρόντιζε, κατά κοινή ομολογία, να παρέχει με τη διδασκαλία του και με τη συμπεριφορά του, τον εαυτό του παράδειγμα προς μίμηση στους μαθητές του. Φρόντιζε, σε όλες τις εκδηλώσεις της Σχολής, να τη διατηρεί στο ύψος της και δε δίσταζε να αντιδράσει προς όσους ενεργούσαν αποσκοπώντας στη μείωση του γοήτρου της. Φρόντιζε να διατηρεί επικοινωνία με τους μαθητές του, και μετά την αποφοίτησή τους από τη Σχολή, και να εκδηλώνει τη χαρά του για την πρόοδο στις σπουδές τους και την επαγγελματική τους αποκατάσταση. «Πνευματικό κεφάλαιο και καύχημα της πόλης» τον αποκαλεί, με άρθρο του σε τοπική εφημερίδα, ένας από τους πρώτους μαθητές του, ο εκπαιδευτικός Αχιλλέας Βάντζος. Θεωρεί δε τον εαυτό του ευτυχή γιατί σύνδεσε τα ωραιότερα και πιο αποδοτικά χρόνια της ζωής του με το Γ, Καλούδη. Με τέτοιους δασκάλους, άλλωστε, εδραιώθηκε η φήμη και το γόητρο της Σχολής. Μαζί με τους μαθητές του, αναγνώρισε την προσφορά του Καλούδη στη Ζωσιμαία και η Εφορεία της Σχολής, Αυτή επίσημα, το 1895, αναγνώρισε την ευδόκιμη διδασκαλία του και τον πατριωτικό του ζήλο, εξέφρασε δε την ευαρέσκειά της για το έργο του.
Η δράση όμως του Καλούδη δεν περιορίστηκε μόνο στη διδασκαλία, μέσα στους τέσσερις τοίχους των αιθουσών της Ζωσιμαίας Σχολής∙ ούτε είχε ως αντικείμενο τη διδασκαλία των κλασικών συγγραφέων, Ελλήνων και Λατίνων' φρόντιζε ταυτόχρονα για την εθνική τόνωση των σκλάβων μαθητών του και την εξάπλωση της Ελληνικής παιδείας σε ολόκληρη την Ήπειρο, κάτω από τον ανενόχλητο οργασμό Αλβανικής και Ρουμανικής προπαγάνδας, Αυτή η δράση του εισέπραξε την κοινή αναγνώριση της πόλης. Έτσι, όταν το 1889 η Ελληνική Κοινότητα Ιωαννίνων χρειάστηκε να αποστείλει αντιπρόσωπό της στους γάμους του διαδόχου Κωνσταντίνου και της πριγκίπισσας Σοφίας, εξέλεξε και έστειλε αντιπρόσωπό της το Γεώργιο Καλούδη, ως μια απλή εκδήλωση τιμής και αναγνώρισης της προσφοράς του προς την πόλη. Αυτή η προσφορά του δεν τελειώνει με την υπηρεσία του, ως καθηγητή, στη Ζωσιμαία. Θα συνεχιστεί αργότερα και με την πολύχρονη Γυμνασιαρχία του στη Ζωσιμαία Σχολή.
|