Αναζητήστε στην Πύλη

Σύνθετη αναζήτηση
 
Αρχική 09 Φεβρουαρίου 2025
Πολιτισμός Παραδοσιακές μορφές Τέχνης - Επαγγέλματα Ξυλογλυπτική Ήπειρος Μέτσοβο

Υποστήριγμα επιθύρου Ωραίας Πύλης, Μονή Αγίου Ιωάννη Πρόδρομου Κρύας (1760)
(Φωτογραφία: Τριαντάφυλλος Σιούλης)

Ήχοι - Βίντεο
Δεν υπάρχουν αρχεία ήχου και βίντεο.

Σχετικοί Σύνδεσμοι
Χάρτης Νομού Ιωαννίνων όπου αποτυπώνονται σημεία που υπάρχουν έργα Μετσοβιτών και Τουρνοβιτών ξυλογλυπτών
Χάρτης Νομού Ιωαννίνων όπου αποτυπώνονται σημεία που υπάρχουν έργα Μετσοβιτών και Τουρνοβιτών ξυλογλυπτών

Άλλα Αρχεία
Δεν υπάρχουν αρχεία.
ΘΕΜΑΤΙΚΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ
Πέτρα
Υφαντική
Ασημουργία
Ξυλογλυπτική
Αγιογραφία - Ζωγραφική
ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΤΟΠΟΘΕΣΙΕΣ
Ήπειρος
Γοργοπόταμος
Μέτσοβο
Ξυλογλυπτική: ΥΠΟΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ Ολες οι κατηγορίες
Αντιπροσωπευτικά έργα
Η ξυλογλυπτική του Μετσόβου
Η ξυλογλυπτική του Γοργοποτάμου

14/11/2006
Οι κομπανίες των ταλιαδόρων

Τριαντάφυλλος Σιούλης

© Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ιωαννίνων
προεπισκόπηση εκτύπωσης

Σχετικά με τον αριθμό των μελών που αποτελούσαν τις κομπανίες των ταλιαδόρων πληροφορούμαστε σχετικά: «ʼλλη φανταστική σχεδόν μορφή, του οποίου η ιστορία φέρει παραμυθικά στοιχεία, ο Ιωάννης ή Στέφανος από το Κρούσοβο, με συνεργείο που αριθμούσε περισσότερα από 70 τσιράκια, σκάλισε το 1831 το τέμπλο της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου στο Κρούσοβο». Η Αγγ. Χατζημιχάλη γράφει ότι «τα μεγάλα εσνάφια περιλάμβαναν συνήθως 30-40 άνδρες, καμιά φορά ακόμη και 100». Σίγουρα οι αριθμοί αυτοί που αναφέρονται είναι υπερβολικοί.
Όπως βλέπουμε σε συμφωνητικό για την κατασκευή του τέμπλου του ναού της Αγίας Τριάδας στο Ληξούρι με ημερομηνία 18 Μαΐου 1823, οι δύο ξυλογλύπτες «ο μαστρο - Δημήτρις Μαργαρόλης ποτέ Αντρέα και μαστρο - ʼντζουλος Αθινιότης του Νικολό από την νήσον Ζάκυνθο» πηγαίνουν στην πατρίδα τους για « ... να φέρουν τα σύνεργά τους και άλλους διό μαστόρους...», ήτοι συνολικά 4.
Ο Πλατάρης ύστερα από έρευνα που έκανε σε κατάστιχα αρχιταλιαδόρων, στα οποία σημειώνονται για κάθε τέμπλο αλλά και για κάθε εργάσιμη ημέρα πόσοι ταλιαδόροι και πόσοι βοηθοί εργάστηκαν, σε δέκα (10) τέμπλα εκκλησιών της Ηπείρου, Θεσσαλίας, Μακεδονίας και Φθιώτιδας, προκύπτει ότι στα εννέα (9) τέμπλα ο αριθμός των ξυλογλυπτών για κάθε τέμπλο ήταν 2 έως 5 και των βοηθών από 2 έως 3. Συνολικά δηλαδή από 5 έως 8 άτομα είχε η κάθε κομπανία συνήθως. Μόνο σ' ένα τέμπλο, όπως αναφέρει, μέτρησε 12 ταλιαδόρους και 4 βοηθούς, σύνολο δηλαδή 16, και αυτό στον Τύρναβο της Θεσσαλίας στα 1873. Ο λόγος που απέφευγαν τις μεγάλες κομπανίες, κατά τον συγγραφέα, ήταν το πρόβλημα στέγασής τους, η καθαριότητά τους και κυρίως τα έξοδα διατροφής, όπως του είπαν ταλιαδόροι με τους οποίους μίλησε, μεταξύ των οποίων τον Γιώργη Αθ. Τσιουρέκα (1869-1954), τον Γούσιο Κ. Νάκου (1881-1958) από το Μέτσοβο και τον Αλέξανδρο Γ. Βούρη (1897-1970) από το Τούρνοβο.
Παραθέτει μάλιστα ο Πλατάρης απόσπασμα επιστολής η οποία αφορά εργαστήριο ραπτικής, για να στηρίξει την άποψή του, η οποία αναφέρεται στα έξοδα διατροφής, τα λεγόμενα «ταήμια». Την επιστολή στέλνει ο Καλαρυτινός μεγαλέμπορος Γεώργιος Δουρούτης (1770-1836) στις 28 Νοεμβρίου 1802 στον αδερφό του και συνεταίρο του στο Τριέστι Χριστόδουλον, στο δε συγκεκριμένο απόσπασμα που μας ενδιαφέρει γράφει: «η γνόμι (η) δικί μου ήνε να τραβίξομεν χέρι από αυτόν (σ.σ. πρόκειται για τον Νικόλα Κομπότη) διότι εις στιν αρτα κονσούμο (σ.σ. κατανάλωση) μεγάλο δεν γίνετε. Εδό δεν ημπορή να ανίξι αργαστήρι (σ.σ. ραφτάδικο, που έραβε μόνο κάπες) ο άνθροπος διατί αφανίζετε ο άνθροπος εις τα ταήμια (σ.σ. έξοδα διατροφής) μόνον. Του γράφις εις απόκρισιν κε του λέγις πος τελιόνοντας η σινδροφίαν σας ερχεστε εδό κε κάνετε τους λογαριασμού(ς) σας κε τότες όπος το βρίτε έβλογον κάνετε ούτος να τον κρατίσις εις παλάντζιο (σ.σ. αμφιταλαντευόμενο) έος νάρθις εδό κε τότες βλέπομεν κε προτού νάρθις εδό ομιλούμεν αυτού με τον ερχομόν μου τα πάντα κε όπος έβρουμεν εύβλογο κάνομεν ερευνόντας εδό κάθε κάπου (σ.σ. γνώμη, από τη βλαχική λέξη capu = κεφάλι) από πούνετε (σ.σ. τίθεται, που τίθεται, επίσης από τη βλαχική λέξη punu = θέτω)».
Επίσης σε άλλο του έργο ο Πλατάρης αναφέρεται στην ύπαρξη πολλών ξυλογλυπτών στο Μέτσοβο, με μακρά παράδοση σε καλά οργανωμένη συντεχνιακή μορφή. Ένα από αυτά, το οποίο συγκροτούσαν εννέα (9) άτομα, ενισχύεται με περισσότερα άτομα προερχόμενα από το Μέτσοβο και χωρίζεται στα δύο για να καλύψουν τη μεγάλη ζήτηση, στις 16 Απριλίου 1890.
Ο Βασίλης Πλάτανος ισχυρίζεται ότι οι ξυλογλύπτες, ειδικά στο Μέτσοβο, δεν ήταν οργανωμένοι σε συντεχνίες. Η Μετσοβίτικη ξυλογλυπτική «μπορεί να θεωρηθεί και σαν σπιτίσια τέχνη, που έμεινε πάντα στο πλαίσιο της καλλιτεχνικής δουλειάς, για έργα που γίνανε με τη γνησιώτερη αγάπη και τιμιότητα. Γι' αυτό δεν μπόρεσαν οι Μετσοβίτες ταγιαδόροι ή Σκαλιστάδες, Πρωτομάστοροι, Καλφάδες και Παραγιοί να οργανωθούνε ποτέ σε ισνάφι με ιεραρχία. Εξυπηρετούσε τους επαγγελματικούς τους σκοπούς, οι οποίοι δεν υπήρχαν πραγματικά ή μάλλον δεν μπορούσαν να υπάρξουν κάτω από τους καλλιτεχνικούς όρους που εργαζότανε. Μονάχα οι ξυλογλύπτες του χωριού Τουρνόβου της επαρχίας της Κόνιτσας, ήτανε οργανωμένοι σε ξεχωριστό ισνάφι ...».
Όμως ο ίδιος συγγραφέας που αλλού μιλά για την καταγωγή της Μετσοβίτικης ξυλογλυπτικής η οποία ξεκινά από την βυζαντινή εποχή και συνεχίστηκε με μεράκι από τον 17ο μέχρι και τον 19ο αιώνα, αναφέρεται σε «ισνάφια» Μετσοβιτών και ταξίδια τους, και συγκεκριμένα: «Το ισνάφι των ταγιαδόρων του Μετσόβου πήγαινε στις πιο αλλαργινές πόλεις για ν' αναλάβει τα σπουδαιότερα έργα της ξυλογλυπτικής. Γι' αυτό βλέπουμε, ότι όλες σχεδόν οι ρουμανικές, βουλγαρικές και σερβικές εκκλησίες, έχουνε να δείξουνε αριστουργήματα ελληνικής ξυλογλυπτικής, δουλεμένα από ταγιαδόρους του Μετσόβου κι από τα μαστοροχώρια της Ηπείρου, με τα περίφημα τέμπλα, άμβωνες, αρχιερατικούς θρόνους, βημόθυρα κ.λ.π. Τούτα γίνανε στα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας και πιότερο κατά το 18ο αιώνα ...».
Ακόμη κατά την Χατζημιχάλη «Οι maitrs ξυλογλύπτες, οι ταλιαδόροι δεν ήσαν οργανωμένοι σε συνεταιρισμούς», « οι ταλιαδόροι δεν μπόρεσαν ποτέ να οργανωθούν σε κανονικές οργανωμένες ενώσεις, ακολουθόντας τον επαγγελματικό σκοπό. Αυτός ο σκοπός δεν υπήρχε γι' αυτούς ή μάλλον δεν μπορούσε να υπάρξει με τις προϋποθέσεις που δούλευαν, που έδιναν τους εαυτούς τους συνειδητά και με αγάπη στο έργο τους, χωρίς και να γνωρίζουν εκ των προτέρων τι ποσό θα κέρδιζαν. Τα έργα τους είχαν μια ειδική αξία, που δεν μπορούσε να τιμολογηθεί . Στην απλότητά τους, στην αγαθότητά τους οι ταλιαδόροι είχαν μια ψυχή και μια καλλιτεχνική συνείδηση και είχαν επίγνωση της αποστολής τους. Ο ταλιαδόρος εργάζεται για το ιδανικό του, για να ικανοποιήσει την καλλιτεχνική του αίσθηση και να εκφράσει στα έργα του αυτό που έχει μέσα του με την απλότητα και την αξιοπρέπεια, που έχουν τα αληθινά πράγματα».
Φυσικά μιλά για την καλλιτεχνική αξία των έργων και ίσως έχει δίκιο, όσον αφορά όμως μεμονωμένες και εξαιρετικές περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα τη μυθική μορφή του Αναστασίου Μόσχου και το τέμπλο που έκανε στο Γαλαξείδι. Όμως δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός ότι οι ξυλογλύπτες είχαν και ανάγκες, καθώς και οικογένειες να θρέψουν.
Το είδος της οργάνωσης που είχαν οι ξυλογλύπτες φαίνεται από τα συμφωνητικά που υπογράφανε μεταξύ τους. Σχετικά με το ζήτημα αυτό παραθέτουμε συνεταιρικό συμφωνητικό του έτους 1886:
«Οι υποφενόμενοι Γεώργειος Ν. Μηλιότης Κώνστας Ι. Κατσόρας και Νικόλαος Γ. Μηλιότου σήμερον εσυμφωνήσαμεν σηναίτεροι δι' όσιν εργασίαν θα εργασθούμεν να μηράσωμεν εις οχτώ οίσια μερίδια ως ακολούθως. αριθ (8) Μερίδια.
Α΄. Ο μέν Γεώργιος Ν. Μηλιότου θα λάβη συνεργάτην του τον Αντώνιον Σούλτην η το εναντίον και δεν έλθη ο Αντώνιος Σούλτης θα λάβη άλλον όμοιον καθός και το πεδή του Κώστα Μπάρσα και δια το ανάλογον της εργασίας τον τρειόν θα λάβη ο Γεώργιος Ν. Μηλιότου τρεία όγδοα αριθ.3/8 το Μερίδιον του θέλη πληρώση τον ʼνω Αντώνιον Σούλτην καθώς και το πεδή Κ. Μπάρσα.
Β΄. Ο δε Κώστας Ι. Κατσιόρας θα λάβη συνεργάτην του τον Μήχον Παλαμάν η το εναντίον και δεν έλθη ο Μήχος Παλαμάς θα λάβη άλλον όμοιον καθός και το πεδί του Γεωργείου Γουδίβενου και δια το ανάλογον της εργασίας τον τρειόν θα λάβη ο Κώστας Ι. Κατσόρας άλλα τρεία ίσα όγδοα αριθ.3/8 από κέρδος και ζημίας της εργασίας μας και από τα 3/8 το μερίδιόν του θέλη πληρώση τον ʼνω Μήχον Παλαμάν καθώς και το Πεδή του Γεωργείου Γουδέβενου.
Γ΄. Ο δε Νικόλαος Γ. Μηλιότου θα λάβη το ανάλογον της εργασίας του 1/8 μερίδιον εν όγδοον χορίς να πληρώση κανέναν.
Δ΄. Διά δε το εναπομείνον μερίδιον εν όγδοον προς σημπλήρωσιν τον οχτώ ίσια μεριδίον θα λάβη ο Νικόλαος Γ. Μηλιότου σηνεργάτην του τον Δημήτριον Μπηλίτσιν και θα τραβήξη το έναπομήνοντα μερίδιον 1/8 ο Νικόλαος Μηλιότου και από το 1/8 μερίδιον θα βγάλη τον μησθόν του Δημητρίου Μπηλίτσι λίρες οθωμ. έξη αριθ.6 και ακόμη θα βγάλη και τα έξωδα του Δημτ. Μπηλίτσι και από τα μείνοντα θα λάβη ο Νικόλαος Γ. Μηλιότου τα ήμηση αριθ. το έν 1/2 τα δε άλλα ήμηση θα λάβη το έν τέταρτον αριθ.1/4 ο Γεώργειος Μηλιότου και το έν τέταρτος ο Κώστας Ι. Κατσόρας αριθ. 1/4 και αν κανείς θέλη λείψη από την εργασίαν δεν θέλη λάβη το δίκεον τον όσον ημερόν δεν θα εργασθή. / εάν τηχόν και θα λάβωσι και άλλους εργάτας θα διαμηρασθούν τα κέρδη και ζημίας κατά Αναλογίαν ως όπισθεν και άνω διαλαμβάνη διό έγειναν δύο παρόμια ενυπόγραφα ίνα βαστά ο καθείς δι� ένδειξην και
ασφάλειαν του διό και
υποφενόμεθα.
εν Μεσόβου τη 20 Αυγούστου 1886
Γεώργιος Ν Μηλιώτου
Κόστας Ι. Κατζόρας
Νικόλαος Γ. Μηληότου
Δημήτριος Ν. Ακρίβου έγραψα και μαρτυρώ
ζωγος Χημονας μαρτιρο».
Απ� αυτό φαίνεται ότι είχαν κοινοβιακή οργάνωση καθώς και έντιμη και δίκαιη διαχείριση. Δεν αποδεικνύει όμως την ύπαρξη συντεχνίας. Φαίνεται όμως μια μορφή συντεχνιακής οργάνωσης, αφού έχουν ιεραρχία και δένονται τα μέλη με συνεταιρικά συμφωνητικά μεταξύ τους, για συγκεκριμένες δουλειές. Ενισχυτικό της άποψης αυτής, ότι δηλαδή δεν υπήρξε συντεχνία ξυλογλυπτών με την κλασική του όρου έννοια, είναι και το γεγονός ότι για να πάρει, σε μερικές περιπτώσεις, κάποια συντροφιά ξυλογλυπτών μια δουλειά, έπρεπε να υποβληθούν σε ένα είδος διαγωνισμού. Η συντροφιά που θα έκανε το καλύτερο έργο (δείγμα), θα έπαιρνε τη δουλειά.
Είναι φανερή με όσα προαναφέραμε η ύπαρξη εθιμικού, και όχι γραπτού δικαίου, δηλαδή καταστατικού, όπως συνέβαινε με τις συντεχνίες στις πόλεις. Δεν διασώζεται καμία πληροφορία, απ' όπου να βγαίνει το συμπέρασμα ότι είχανε διοικητικό συμβούλιο, καταστατικό με δεσμευτικές διατάξεις για όλα τα μέλη κ.λ.π.
Επίσης στα συμφωνητικά με τους εργοδότες τους που διασώζονται, δεν γίνεται καμία αναφορά σε συντεχνία ή ισναφι ξυλογλυπτών, παρά μόνο αναφέρεται το όνομα του αρχιταλιαδόρου, ενδεικτικό του τρόπου οργάνωσής τους σε ένα είδος οικογενειακής περιφερόμενης βιοτεχνίας, ή ακόμη ομάδας - συντροφιάς, όπως αναφέρεται αλλού.
Το πιθανότερο λοιπόν είναι ότι αποτελούσαν ολιγομελείς κομπανίες ή ομάδες ή συντροφιές, ο κύριος κορμός των οποίων είναι κυρίως μέλη της ίδιας οικογένειας. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν μπορούσαν να συναποτελέσουν, περιστασιακά, μια ομάδα και άλλα μέλη, κυρίως όταν υπήρχε ανάγκη. Σε αυτή την περίπτωση προτιμούσαν συντοπίτες τους με ανάλογες γνώσεις και όλοι μαζί αποτελούσαν μια συντροφιά, με οργάνωση συντεχνιακής μορφής.
Αυτό συνέβαινε αφού συνήθως χρειαζόταν να μένουν πολλές φορές και χρόνια στο χώρο της δουλειάς τους, είτε επρόκειτο για ναούς είτε για σπίτια πλουσίων και έπρεπε για το λόγο αυτό οι δεσμοί μεταξύ τους να είναι ισχυροί. Ο ανταγωνισμός, μερικές χρονικές περιόδους ιδιαίτερα, ήταν μεγάλος και η οικονομική διασφάλιση με βάση τους νόμους και τους κανονισμούς που αφορούσαν τις συντεχνίες, απαραίτητη.

Σχετική Βιβλιογραφία