14/11/2006
Ξυλόγλυπτες Ζωγραφιστές κασέλες
Τριαντάφυλλος Σιούλης
© Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ιωαννίνων
|
|
Στο ζωγράφο Σωκράτη Ζωγράφο ανήκει και μια ζωγραφιστή κασέλα στο σπίτι του Στέφανου Ζωγράφου, Χιονιάδες.
Είναι καταπληκτικά τα έργα αυτού του είδους (ξυλόγλυπτες και ζωγραφιστές κασέλες) που η έρευνα φέρει στην επιφάνεια, γεγονός που επιμαρτυρεί το συνδυασμό των τεχνών των Χιονιαδιτών, ήτοι ζωγραφικής και ξυλογλυπτικής.
Ο παπα-Γιώργης Παΐσιος δίνει πολλές πληροφορίες για τους Χιονιαδίτες ζωγράφους ξυλογλύπτες, τις οποίες αντλούσε από μαρτυρίες του τεχνίτη και λαϊκού διακοσμητή Νίκου Δ. Λιάτση (γεν. 1858), του παπα-Ζήση Μάτσου (γεν. 1857) και άλλων υπέργηρων συγχωριανών της εποχής του.
Η κασέλα δίνονταν μαζί με τα προικιά στη νύφη και μεταφέρονταν στο σπίτι του γαμπρού, εδραιώνοντας κατά κάποιο τρόπο τη θέση της στην καινούργια της κατοικία. Από εκεί η κασέλα δεν έβγαινε παρά σε σπάνιες περιπτώσεις όταν αναγκαστικά η σύζυγος εγκατέλειπε το σπιτικό, παράδειγμα σε περίπτωση χηρείας σε νεανική ηλικία κ.λ.π. Μέσα στις κασέλες τοποθετούσαν τα ρούχα, τα σκεπάσματα και ό,τι άλλο από τον οικιακό εξοπλισμό έπρεπε να φυλαχτεί. Τις χρησιμοποιούσαν ακόμα για να κάθονται και βρισκόταν σε κάθε σπίτι, φτωχικό ή πλούσιο, άλλες απλές και άλλες διακοσμημένες.
«Τα θέματα στις ζωγραφιστές κασέλες είναι κυρίως φυτικά, όπως κλαδιά, λουλούδια, βάζα και ανθοδέσμες. Στη διακοσμητική σύνθεση υπάρχει ένα κεντρικό θέμα, ροζέτα με άνθη, ανθοδοχείο ή ζωγραφισμένη μορφή και γύρω περιπλέκονται κλαδιά με ρόδα, φύλλα, αστερίσκους και κόκκινες κορδέλες, που κρέμονται από τα κλαδιά με τρόπο που θυμίζει τα απλωμένα από κορυφές κτιρίων υφάσματα που συνθέτουν τις παραστάσεις των βυζαντινών εικονογραφιών. Και ο υπόλοιπος φυτικός διάκοσμος των κασελών συναντάται σε διακοσμημένα τμήματα τοιχογραφιών, ενώ παρόμοια άνθη υπάρχουν ως κεντήματα σε άμφια ιεραρχών και σε υφάσματα. Τα άνθη, για παράδειγμα, που ζωγράφισε ο Σωκράτης Ζωγράφος στο ένδυμα του Αγίου Βησσαρίωνα στην Κοίμηση της Θεοτόκου στην Κάμπη ʼρτας ζωγραφίστηκαν σε διάφορες κασέλες από τον ίδιο στους Χιονιάδες και αλλού», γράφει ο σύγχρονος Χιονιαδίτης ζωγράφος Κώστας Σκούρτης.
Οι πλουμισμένες κασέλες που στόλιζαν τα περισσότερα σπίτια των Χιονιάδων και διατηρήθηκαν ως σήμερα, φθαρμένες, έστω, και έχοντας χάσει τη χρηστικότητα και τη σημασία τους, διατηρούν ακόμη την ομορφιά και τις αναμνήσεις του παρελθόντος.
Από τα πιο αξιόλογα έργα της λαϊκής μας τέχνης είναι η κασέλα με την προσωπογραφία κόρης, που φοράει κόκκινο φόρεμα με ανοιχτό μπούστο, κεντημένο στο λαιμό και στα μανίκια, με σκουλαρίκια και σταυρό που κρέμεται στο νεανικό λαιμό της. Στα χέρια της κρατάει δύο περιστέρια, με το δεξί ανασηκωμένο σαν να ετοιμάζεται να το προσφέρει. Πρόκειται για χαριτωμένο συμβολισμό του ζευγαριού. Το τραγούδι του γάμου θέλει τη νύφη περιστέρα, ενώ συχνά η όμορφη γυναίκα παρομοιάζεται με τρυγόνα.
Η έρευνα στα χωριά της Ηπείρου και ευρύτερα δεν μπορεί να θεωρηθεί εξαντλητική γιατί πάμπολλα σπίτια είναι κλειστά ενώ άλλα είναι μισογκρεμισμένα.
Από τα έργα που μας είναι γνωστά μπορούμε να σχηματίσουμε μια εικόνα της χιονιαδίτικης κοσμικής ζωγραφικής. Καλύπτουν μια περίοδο εκατό περίπου χρόνων, από τα 1836 ως τα 1930. Τα περισσότερα έργα βρίσκονται στο Ζαγόρι. Είναι η περίοδος που οι κάτοικοί τους ξενιτεύονται στη Ρουμανία ή στη Νότια Ρωσία, πλουτίζουν εκεί μα δεν ξεχνούν την ορεινή πατρίδα. Στα αστικά κέντρα της Ρουμανίας και της Νότιας Ρωσίας το γούστο τους διαμορφώνεται από ένα καθυστερημένο «περιφερειακό» ευρωπαϊκό μπαρόκ. Αυτό μεταφέρουν οι πελάτες και στον τόπο τους. Είναι και ένα στοιχείο κοινωνικής διάκρισης. Δεν είναι απλώς ο εύπορος που διακοσμεί πλούσια το σπίτι του, είναι ο ταξιδεμένος με το λεπτό «ευρωπαϊκό» γούστο.
Στην επιλογή του θέματος τον κύριο λόγο έχει ο πελάτης και για τον τρόπο απόδοσής του την ευθύνη έχει ο ζωγράφος. Τα πρότυπα είναι χαρακτικά που κυκλοφορούν ευρύτατα, όπως χαλκογραφίες κ.ά. με μπαρόκ και ροκοκό θέματα, τα οποία χρησιμοποιούνται εξίσου σε σπίτια και εκκλησίες. Ασφαλώς, τουλάχιστο κατά το 19ο αιώνα, δεν ήταν απρόσιτα και άλλα πρότυπα, κυρίως νεοκλασικά με την πρόσθετη ακτινοβολία της «επίσημης» τέχνης του νέου ελληνικού Κράτους. Ο νεοκλασικισμός, μ όλο που έρχεται κατά την οθωνική περίοδο από τη Βαυαρία, παρουσιάζει μιαν επίφαση εντοπιότητας και βαδίζει παράλληλα με τον καθαρευουσιανισμό. Ας σημειωθεί ότι την ίδια εποχή που δημιουργούνται μερικά από τα ωραιότερα δημοτικά μας τραγούδια, όλοι οι λαϊκοί ζωγράφοι επιγράφουν και υπογράφουν στην καθαρεύουσα. Το φαινόμενο αυτό πιθανότατα συνδέεται λιγότερο με την επίδραση του λογιοτατισμού και περισσότερο με τη βυζαντινή-εκκλησιαστική γλώσσα, αφού οι γνωστοί διακοσμητές σπιτιών είναι και αγιογράφοι. Χαρακτηριστικό είναι πως σε σπίτια διακοσμημένα από Χιονιαδίτες υπάρχουν υπογραφές στον τύπο «χειρ
». Οι χειροτέχνες ζωγράφοι επηρεάζονται από το πολιτιστικό κλίμα της κοινωνίας μέσα στην οποία εργάζονται, γι αυτό, όπως διαπιστώνουμε, τα θέματά τους έχουν άλλη μεταχείριση στα Ζαγοροχώρια και άλλη στα μεγάλα αστικά ή ημιαστικά κέντρα.
Πάντως, όσο κι αν το πρότυπο είναι ξενόφερτο, η επιλογή του αλλά και η συμπεριφορά σ αυτό καθορίζονται από ιθαγενείς παράγοντες. Δηλαδή το πάντρεμα των επιδράσεων με τα τοπικά στοιχεία είναι στο χέρι, κατά κυριολεξία, του ζωγράφου (όσο κι αν ο πελάτης έχει τον πρώτο λόγο), ο οποίος τελικά μας παραδίδει καταπληκτικά έργα.
Σχετική βιβλιογραφία.
|