14/11/2006
Οι επιδράσεις στην τέχνη τους
Τριαντάφυλλος Σιούλης
© Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ιωαννίνων
|
|
Μπορούμε να ισχυριστούμε βάσιμα ότι όσο παλιότερα είναι τα έργα των Χιονιαδιτών αγιογράφων (18ος αι.), για παράδειγμα στη Μονή ʼβελ στη Βήσσανη (1770), οι επιδράσεις που δέχονται είναι περιορισμένες.
Ακολουθούν στην αρχή παλαιότερα βυζαντινά πρότυπα, αυτά της βορειοδυτικής Ελλάδας (16ος 17ος αιώνας) και δημιουργούν εκπληκτικά ζωγραφικά σύνολα. Βασικό πρακτικό τους βοήθημα όσον αφορά το εικονογραφικό πρόγραμμα και την απόδοση των θεμάτων, η «Ερμηνεία των Ζωγράφων» του Διονυσίου από Φουρνά. Κυκλοφορεί σε χειρόγραφα αντίγραφα με ελάχιστες φραστικές διαφορές από την έκδοση του Α. Παπαδόπουλου Κεραμέως, που έγινε στα 1909 «νυν το πρώτον πλήρης κατά το πρωτότυπον αυτής κείμενον». Φυσικά το κείμενο του Διονυσίου δίνει τεχνικές οδηγίες, καθορίζει το θεματολόγιο πολλές φορές με σχολαστικές λεπτομέρειες, αλλά ελάχιστα μπορεί να επηρεάσει το ζωγραφικό ύφος. Με βάση την ίδια περικοπή της «Ερμηνείας» του Διονυσίου μπορούν να γίνουν και έγιναν, έργα εντελώς διαφορετικά.
Με το πέρασμα των χρόνων και τις μεγάλες αλλαγές που συμβαίνουν (πολιτικές, οικονομικές κ.λ.π.) στον Ευρωπαϊκό και Βαλκανικό χώρο (κυρίως το δεύτερο μισό του 19ου και αρχές του 20ου αιώνα), διαδίδονται ευρύτατα τα νέα καλλιτεχνικά ρεύματα και ρυθμοί. Αυτά επηρεάζουν ολόκληρο τον Ελλαδικό χώρο, όλες τις μορφές τέχνης και φυσικά οι Χιονιαδίτες ζωγράφοι ακολουθούν.
Για τις επιδράσεις που δέχονται οι Χιονιαδίτες αγιογράφοι, ο Κίτσος Μακρής σημειώνει: «Η αυστηρή τέχνη που εκρωσίζει τη μεγάλη βυζαντινή παράδοση δεν αποτελεί πια πρότυπο των αγιογράφων του 19ου αιώνα. Οι μορφές των αγίων, κάτω από δυτικοευρωπαϊκές επιδράσεις που εντείνονται κατά την περίοδο του Μεγάλου Πέτρου, αρχίζουν να παίρνουν εγκόσμια φυσικότητα. Την αυστηρή χρωματική κλίμακα διαδέχονται βαθμιαία γλυκύτερες συγχρωμίες» και ακόμη ότι «Κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, κι ασφαλώς επειδή δέχονται την ακτινοβολία της πρωτεύουσας του ελεύθερου Ελληνικού Κράτους, διαμορφώνουν ιδιαίτερο ύφος, λαϊκό νεοκλασικό. Σε μερικές περιπτώσεις φτάνει ως την απομίμηση γλυπτικής, με πλασματικές ζωγραφιστές κόγχες μέσα στις οποίες αποδίδονται μόνο με σκιοφωτισμό αρχαιότροπες μορφές».
Εκτός από την επίδραση των αγιογραφικών εργαστηρίων του Αγίου Όρους, θα πρέπει να σημειώσουμε και τις ρωσικές χαλκογραφίες και αργότερα έγχρωμες λιθογραφίες που κυκλοφορούσαν ευρύτατα στην Ελλάδα.
ʼμεσες και έμμεσες επιδράσεις έρχονται και από την Ιταλία. Το γενικό πνεύμα της εποχής με την ανάπτυξη εμπορικών και ναυτικών κέντρων, το ξάνοιγμα του υπόδουλου ελληνισμού προς την Ευρώπη και τα Βαλκάνια, τα καινούργια ιδεολογικά ρεύματα και την αλλαγή της θρησκευτικότητας, στρέφει την αγιογραφία προς τη φυσιοκρατική απόδοση των μορφών.
Πάντως, η σύγκριση των διαφόρων κοσμικών έργων, παράδειγμα των προσωπογραφιών, με αγιογραφικά έργα των ιδίων ζωγράφων δείχνει πως η απ ευθείας επαφή με το ζωντανό πρότυπο τους οδηγεί σε ρεαλιστικότερη απόδοση. Είναι χαρακτηριστική στις περιπτώσεις αυτές και φανερή η «λόγια» επίδραση.
Η άλλοτε πρόσκαιρη κι άλλοτε μόνιμη εγκατάσταση των Χιονιαδιτών ζωγράφων σε μεγάλη έκταση του ελλαδικού χώρου είναι επόμενο να επέδρασε και αυτή τόσο στο ζωγραφικό τους ύφος όσο και στα θέματά τους. Παράδειγμα η περίπτωση του Παγώνη που παντρεύεται στη Δρακιά του Πηλίου και εγκαθίσταται εκεί μόνιμα. Το μικρό ορεινό χωριό τους αποτελούσε το ορμητήριο από το οποίο, ύστερα από μια περίοδο μαθητείας, ξεκινούσαν για την άσκηση της τέχνης τους. Τελικά το πολιτιστικό κλίμα της περιοχής που εργάζονται, τα εθνικά και κοινωνικά της προβλήματα, η θέση και η ιδεολογία της πελατείας διαμορφώνουν το έργο τους.
Σχετική βιβλιογραφία.
|