04/09/2007
ΤΑ ΕΡΓΑ ΠΟΥ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΖΑΝ
Σπουδαιότατα έργα έχουν χτίσει οι Ηπειρώτες μαστόροι της πέτρας στο διάβα των αιώνων. Αρχοντόσπιτα και απλά ταπεινά σπίτια, εκκλησιές μικρές και μεγάλες με επιβλητικά καμπαναριά, μοναστήρια, σχολεία, μύλους, λιοτρίβια, νεροτριβές, χάνια, βρύσες κ.ά.
Αλλά και γεφύρια μονότοξα ή πολύτοξα, μικρότερα ή μεγαλύτερα, χτισμένα κυρίως το 18ο και 19ο αιώνα, έργα φημισμένων Ηπειρωτών μαστόρων, αποτελούν καταπληκτικά αρχιτεκτονικά μνημεία, δείγματα μιας πλούσιας λαϊκής κληρονομιάς στον τομέα της τέχνης της πέτρας. Κατασκευές τέλειες, συμμετρικές, αρμονικά δεμένες με το τοπίο, σταθερές και ανθεκτικές στο χρόνο και στις πολύ δύσκολες καιρικές συνθήκες. Οι χτίστες και όταν ακόμα έγιναν πολλοί, γνώριζαν τέλεια την τέχνη τους. Γιατί τη δουλειά την μαθαίνανε από μικρά παιδιά και από την αρχή. Η προαγωγή σε κάθε βαθμίδα ήταν σταδιακή και κάτω από το άγρυπνο μάτι του πρωτομάστορα. Πέρα απ αυτό, επειδή έχτιζαν κατά ζευγάρια, ο έξω (ο καλύτερος) θα πρέπει να νοιαζόταν για το πώς χτίζει ο μέσα, γιατί έχτιζαν και έδεναν τον τοίχο μαζί.
Η ικανότητα του χτίστη δοκιμαζόταν και στις τρέχουσες κατασκευές και περισσότερο στα ψηλότερα σπίτια. Και ο απλός τοίχος για να χτιστεί καλά θέλει τέχνη, ιδίως στις διασταυρώσεις των μέσα και έξω λίθων: οι «μπατικές» πέτρες, που φτάνουν αρκετά πιο βαθειά από τη μέση του τοίχου, αλληλεπικαλύπτονται στις διαδοχικές στρώσεις, σα να σχηματίζεται μια κολώνα, ένα υποστύλωμα. Αυτά τα «δεσίματα» αυτές οι κολώνες, σε καλή δουλειά γινόταν ανά 1μ. ʼλλα δύσκολα σημεία ήταν οι «κολώνες» (οι στενοί λαμπάδες μεταξύ των παραθύρων), όταν ο τοίχος ήταν «βέργα» (δηλ. δεν δενόταν με άλλους κάθετους σ αυτόν), το τελευταίο «δέμα» ή «κούρσο», δηλαδή το ψηλό σημείο του τοίχου (γιατί οι πέτρες ανέβαιναν χέρι-χέρι με τους μαστόρους στην ίδια ανεμόσκαλα), ο προσδιορισμός της κλίσης της στέγης για τους αγράμματους και το «τσιβίκωμα» στο «πλάκιασμα» της στέγης. Πολλοί αγράμματοι μαστόροι είχαν αδυναμία στον υπολογισμό της κλίσης της στέγης, ενώ για τον πρωτομάστορα η «τσατή» ήταν «αέρα-παρασί» (= εύκολη δουλειά).
Πολλά από τα σπίτια, σύμφωνα και με την επιθυμία του ιδιοκτήτη, κοσμούσαν και με διάφορα λιθανάγλυπτα. Βρίσκονται στο νότιο τοίχο, στη «φάτσα», δεξιά και αριστερά από το τοξωτό υπέρυθρο της εξώπορτας. Ο σκοπός τους δεν ήταν μόνο να διακοσμήσουν το σπίτι ή να τονίσουν κάποιο στοιχείο του, αλλά άλλος, κυρίως συμβολικός. Έντονες ανάγλυφες μορφές ωοειδούς ανδρικού προσώπου, άγγελοι με τα φτερά ανοιγμένα, σταυροί, πουλιά με ανοιχτά φτερά. Το πρόσωπο είναι ο φύλακας άγγελος του σπιτιού. Ο σταυρός είναι καθαρά συμβολικό στοιχείο, αποτρεπτικό και φυλακτικό. Το πουλί είναι το περιστέρι, σύμβολο του καλού πνεύματος, σύμβολο ειρήνης.
Στην Ήπειρο κατά την Τουρκοκρατία κατασκευάστηκαν πολλά ακόμη κτίσματα, που δείχνουν ότι επιβίωσε η βυζαντινή τεχνική παράδοση και ικανότητα. Μεγάλες εκκλησίες με πολύπλοκους συνδυασμούς θόλων και τόξων και πλήθος μικρότερων με απλούστερους συνδυασμούς, μεγάλα και περίτεχνα αρχοντικά, πλήθος τζαμιών με θόλους και εκπληκτικούς μιναρέδες (μόνο στα Γιάννινα το 1856 ήταν 17 τζαμιά).
Οικισμοί καταπληκτικοί και χωριά πετρόχτιστα όπως Πυρσόγιαννη, Βούρμπιανη, Μόλιστα και άλλα στα Μαστοροχώρια, Αρίστη, Πάπιγκο, Τσεπέλοβο, Δίλοφο και όλα τα χωριά του Ζαγορίου, Συρράκο, Καλαρύτες και άλλα χωριά των Τζουμέρκων ή οικισμοί παραδοσιακοί στην περιοχή του Μετσόβου και του Πωγωνίου, με στεγασμένες πέτρινες καμαρωτές πόρτες, βρύσες, γκαλντερίμια, αποπνέουν μια αισθητική καταπληκτική που εναρμονίζεται πλήρως με το τοπίο και φανερώνουν τεχνίτες με άριστη αρχιτεκτονική κατάρτιση.
Εκκλησίες καταπληκτικές με πανέμορφα καμπαναριά όπως στη Φιλιππιάδα ο ʼγιος Βησσαρίωνας, στο Μιχαλίτσι ο ναός του Αγίου Νικολάου, στους Χουλιαράδες ο ναός της Αγίας Παρασκευής, στο Πάπιγκο ο ναός του Αγίου Βλασίου, στο Τσεπέλοβο ο ναός του Αγίου Νικολάου, στο Μονοδένδρι ο ναός του Αγίου Αθανασίου, στην Κόνιτσα ο ναός του Αγίου Νικολάου, στα Γιάννενα στο Αρχιμανδρειό και αλλού.
Μοναστήρια μεγαλόπρεπα, πραγματικές πνευματικές οάσεις, χώροι αντίστασης σε μια περίοδο πνευματικής φτώχειας, σε περιοχές προσιτές ή δύσβατες, υπέροχα στολίδια αρχιτεκτονικής. Μονή Κηπίνας, Βύλιζας στο Ματσούκι, Τσούκας, Προδρόμου στα Πλαίσια, Μουχουσίου κοντά στο χωριό Ραφταναίοι, Δουρούτης, Μεταμόρφωσης στο Σιστρούνι, Ρωμανού, Παναγιάς Τόσκεσι στην Αχλαδιά Λάκκας Σουλίου, Ζωοδόχου (Τζοντίλα) στην Ελεούσα, Προφήτη Ηλία στη Ζίτσα, Πατέρων στο Λίθινο Ζίτσας, Παλιουρής, Σωσίνου στον Παρακάλαμο, Βελλάς, ʼβελ στη Βήσσανη, Σέλτσου και Μακραλέξη στο Πωγώνι, Μολυβδοσκέπαστης, Κόκκινης Πέτρας στο Ανθοχώρι Μετσόβου, Αγίου Νικολάου στο Μέτσοβο και τόσα άλλα.
Καταπληκτικά δείγματα αρχιτεκτονικής αποτελούν επίσης και τα Τζαμιά, όπως για παράδειγμα αυτά που βλέπουμε στο Κάστρο των Ιωαννίνων.
Φυσικά δεν θα μπορούσε κανείς να μην αναφερθεί και στο ίδιο το Κάστρο, το οποίο ξεκινά τουλάχιστον από τον 13ο αι., εποχή που ο Μιχαήλ Γ΄ καθιστά τα Γιάννενα σπουδαίο εμπορικό και πολιτικό κέντρο της ευρύτερης περιφέρειας της Ηπείρου. Στα 1611, μετά την επανάσταση του Διονυσίου του Φιλοσόφου, οι καταστροφές μέσα και έξω από το Κάστρο είναι εκτεταμένες, για να ξαναχτιστεί αργότερα και να επισκευασθεί την εποχή του Αλή Πασά (1815), όπου παρατηρείται έντονη οικοδομική δραστηριότητα. Σίγουρα οι μαστόροι της πέτρας από την ευρύτερη περιοχή θα συμμετείχαν στην ανοικοδόμηση αυτή του Κάστρου με τους επιβλητικούς ημικυκλικούς και τετράγωνους πύργους, επάνω στο παλαιότερο βυζαντινό τείχος.
Όλα τα παραπάνω είναι πλέον αναμφισβήτητα ότι αποτελούν έργα του μυαλού και των χεριών των Ηπειρωτών μαστόρων.
Και στα Γιάννινα, το μεγαλύτερο αστικό κέντρο της Ηπείρου με ακτινοβολία σ ολόκληρο τον ελληνικό χώρο, οι περιφερόμενοι αυτοί μαστόροι ή άμεσοι απόγονοί τους, χτίζουν μεγάλα, πλούσια και περίτεχνα αρχοντικά, όπως του Σταύρου Ιωάννου (1802) και του Α. Μίσιου (1843). Χτίζουν παρ όλο που υπάρχουν μαστόροι στην πόλη, γιατί είναι σίγουρο πως η φήμη τουλάχιστον των Βουρμπιανιτών και των Ζουπανιωτών περιπλανωμένων μαστόρων είναι καλύτερη από των ντόπιων μαστόρων. Γι αυτό ο μαστρονικόλας Γεωργίου, που χτίζει το αρχοντικό του Μίσιου, βάζει με περηφάνια δίπλα στ όνομά του «βορμπιανίτης», όπως και θα ήταν γνωστός. Και αν ακόμη οι μαστόροι αυτοί δούλευαν πλέον μόνο στην πόλη, φαίνεται πως η φήμη ότι οι περιοχές τους έβγαζαν τους καλύτερους μαστόρους, ήταν ζωντανή και τη διατηρούσαν και οι ίδιοι με το έργο τους.
|