09/07/2008
Εισαγωγή
Νίτσα Σινίκη-Παπακώστα
© Δήμος Ιωαννιτών
|
|
Τα Γιάννινα, μαζί με τη λίμνη και το νησί με τα περίφημα βυζαντινά μοναστήρια, κατέχουν το κέντρο του ομώνυμου οροπεδίου, το οποίο βρίσκεται στη μέση περίπου της Ηπείρου.
Το οροπέδιο αυτό ήταν γνωστό από τους αρχαίους χρόνους, αφού εδώ αναπτύχθηκαν δύο σπουδαίες Μολοσσικές πόλεις, η Τέκμων και η Πασσαρών. Πολύ αργότερα, κατά το 530 μ.Χ., ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός, θέλοντας να προστατεύσει αμυντικά το κράτος του, χτίζει το κάστρο, ιδρύοντας έτσι τη σημερινή πρωτεύουσα της Ηπείρου. Σύμφωνα, μάλιστα, με τις μαρτυρίες του ιστορικού Προκοπίου (60ς αιώνας), η οχυρωμένη εκείνη πόλη ονομαζόταν Εύροια.
Ο πυρήνας λοιπόν της πόλης ήταν το κάστρο. Οι διάφοροι πόλεμοι με τις καταστροφές τους και αργότερα η αμέλεια είχαν σαν αποτέλεσμα την εξαφάνιση των περισσότερων βυζαντινών υπολειμμάτων του. Οι ναοί που υπήρχαν μέσα στο κάστρο κατεδαφίστηκαν από τα θεμέλια το 1611, μετά την επανάσταση του Φιλοσόφου. Στη θέση που βρίσκονται σήμερα τα δύο τζαμιά υπήρχαν χριστιανικοί ναοί. Στο Φετιγιέ (ή Καπλάν) τζαμί ήταν χτισμένος από το 1205 ο ναός του Αρχαγγέλου Μιχαήλ. Στη θέση του Ασλάν τζαμιού ήταν ο ναός του Αγίου Ιωάννη. Ένα βυζαντινό τμήμα που σώζεται ως σήμερα είναι ο πύργος του Θωμά και βρίσκεται δεξιά, αφού περάσουμε την κεντρική είσοδο του κάστρου. Οι τελευταίες εξάλλου αρχαιολογικές ανασκαφές δίπλα στο 90 Δημοτικό Σχολείο, αποκάλυψαν ένα από τα μεγαλύτερα βυζαντινά λουτρά στην Ελλάδα. Από το βυζαντινό περίβολο δεν έμεινε σχεδόν τίποτα, διότι, εκτός από τις προηγούμενες αναμορφώσεις, ο Αλή-πασάς έχτισε από την αρχή ολόκληρο το τείχος, πιθανόν στα θεμέλια του παλιού περιβόλου. Το τείχος μάλιστα της ακρόπολης (Ιτς Καλέ) το έχτισε, επεκτείνοντάς το προς τα νοτιοδυτικά. 'Ο, τι σώζεται λοιπόν σήμερα, μπορούμε να πούμε ότι είναι της εποχής του Αλή-πασά και χτίστηκε το 1815.
Τα σπίτια του κάστρου ήταν σχεδόν όλα λαϊκά, δεν ακουμπούσαν στο τείχος και ήταν όμοια περίπου με τα σπίτια που ήταν χτισμένα στις περιοχές γύρω από το κάστρο.
Η πόλη από νωρίς άρχισε να μεγαλώνει με συνοικισμούς, οι οποίοι χτίζονταν δίχως σχέδιο. Μέχρι το 1820, χρονολογία της μεγάλης πυρκαγιάς στα Γιάννινα, οι κάτοικοι έφταναν τις 45.000. Ήταν λοιπόν τα Γιάννινα μια αρκετά μεγάλη πόλη με πολλά χάνια, λουτρά, μαγαζιά και ωραία σπίτια. Τα τελευταία, μετά τη φωτιά, ήταν δύσκολο να χτιστούν ξανά με τον ίδιο πλούτο και στο ίδιο μέγεθος. Αρκετά όμως χτίστηκαν στα παλιά θεμέλια και στον ίδιο τύπο. Όσα οικοδομήματα υπάρχουν σήμερα, είναι όλα χτισμένα από το 1820 και μετά, πλην αυτού στο σχέδιο 34. Εκτός των λαϊκών και αρχοντικών, υπήρχαν και τα αστικά σπίτια, της μεσαίας κοινωνικής τάξης. Και αυτών ο τύπος, ως προς τη διάταξη των χώρων, έχει τις βάσεις του στα σπίτια των αγροτών της Ηπείρου. Δηλαδή, δύο πατώματα, το κατώγι με αποθήκες και στάβλο και το ανώγι με δύο δωμάτια και μικρή κρεβάτια. Στα αρχοντόσπιτα, το ισόγειο με τον όροφο σχηματίζουν Π. Το κέντρο του ορόφου το καταλαμβάνει μια μεγάλη κρεβάτια που, όπως και των άλλων σπιτιών, βλέπει στην αυλή. Με την κρεβάτια επικοινωνούν τα χειμωνιάτικα δωμάτια που βρίσκονται προς τα πίσω, ενώ τα καλοκαιρινά είναι στα δύο, σκέλη του Π. Στον όροφο ανεβαίνουμε από δύο συμμετρικές σκάλες, αντικριστά χτισμένες, όπως φαίνεται και στα σχέδια 29, 31, 34, 44.
Τα υλικά που χρησιμοποιούσαν για την κατασκευή των σπιτιών στα Γιάννινα, ήταν ο ασβεστόλιθος για το χτίσιμο της τοιχοποιίας του ισογείου, που πολλές φορές το πάχος της έφτανε τα πενήντα ή ογδόντα εκατοστά. Η πέτρα αυτή αφθονεί στη γύρω περιοχή και είναι εύκολη στο πελέκημα. Τον όροφο έχτιζαν συνήθως από τσατμά, που ήταν εκτός από μονωτική και μια αντισεισμική και πιο ελαφριά κατασκευή. Την ξυλεία για τα πατώματα, τη στέγη και τα κουφώματα την έφερναν από την περιοχή του Μετσόβου και των Ζαγοροχωρίων. Η στέγη στρωνόταν με γκρίζα πλάκα ή κεραμίδια από πηλό της γύρω περιοχής.
Η όψη των σπιτιών από την πλευρά του δρόμου ήταν μάλλον λιτή, ενώ από το πίσω μέρος που βρισκόταν συνήθως η αυλή, ήταν πιο περίτεχνη.
Η εσωτερική διακόσμηση ήταν αρκετές φορές πλούσια, με ξύλινα σκαλιστά ταβάνια, ντουλάπια, μισανταράδες και ωραία χειροποίητα κεντήματα. Λίγα απ αυτά τα κεντήματα σώζονται σήμερα και βρίσκονται στο μουσείο Μπενάκη, στην Αθήνα.
Τη διαμόρφωση των χώρων με τις κλειστές αυλές και τους πάντα ψηλούς τοίχους την υπαγόρευε ο αναγκαστικά αυστηρός και περιορισμένος τρόπος της ζωής του Γιαννιώτη που επί 483 χρόνια ήταν υπό τουρκική κατοχή.
Οι δρόμοι της πόλης ήταν οι περισσότεροι στενοί και όχι ευθύγραμμοι. Τα σπίτια ήταν χτισμένα προς το μέρος του δρόμου, εκτός των αρχοντικών που διέθεταν μεγάλο οικόπεδο, οπότε ο κήπος τους απλωνόταν κατά μήκος του δρόμου, σε μεγάλη πολλές φορές έκταση και με ψηλό πάντα τοίχο.
Οι παραπάνω δρόμοι με τα σπίτια μπορεί φαινομενικά να έδιναν την εντύπωση ότι ήταν απρογραμμάτιστοι και χωρίς σχέδιο. Αν το εξετάσει κανείς όμως, στην ουσία θα δει ότι ήταν προσαρμοσμένα στο τοπίο της περιοχής, στις κλιματολογικές συνθήκες του τόπου και φυσικά στις συνήθειες του Γιαννιώτη της εποχής εκείνης. Όλα αυτά χάριζαν την ιδιορρυθμία και τη γοητεία που, μαζί με το μεράκι των οικοδόμων και των μαστόρων, δημιούργησαν το γιαννιώτικο χρώμα στην αρχιτεκτονική.
Όλα τα οικοδομήματα της πόλης ήταν έργα Ηπειρωτών μαστόρων. Κάθε χρόνο, την Καθαρή Δευτέρα, από τα χωριά της Κόνιτσας, την Πυρσόγιαννη, τη Βούρμπιανη, το Κεράσοβο και άλλα, καθώς και από τους Χουλιαράδες, ξεκινούσαν οι αυτοδίδακτοι εκείνοι οικοδόμοι. Ως τον επόμενο χειμώνα ταξίδευαν στην Ήπειρο, Πελοπόννησο, Μακεδονία και πιο ψηλά στο βαλκανικό χώρο, χτίζοντας τα στέρεα τοξωτά γεφύρια, τις ωραίες εκκλησίες και τα γραφικά ξωκλήσια, τα μοναστήρια, τα σχολεία και τέλος τα σπίτια, πότε αρχοντικά και πότε φτωχικά. Αυτοί οι άνθρωποι δημιούργησαν την ηπειρώτικη λαϊκή αρχιτεκτονική.
Είναι λάθος να λέγεται ότι τα Γιάννινα θυμίζουν ή μάλλον θύμιζαν Ανατολή. Τα μοναδικά οικοδομήματα που χτίστη καν αναγκαστικά σύμφωνα με την ανατολική αρχιτεκτονική ήταν τα τζαμιά και τα κτίρια που εξυπηρετούσαν τις θρησκευτικές ανάγκες των Τούρκων και ήταν χτισμένα από Ηπειρώτες μαστόρους, διότι οι Τούρκοι, συγκριτικά με τους Χριστιανούς, ήταν πολύ λιγότεροι και επιπλέον ανεπάγγελτοι. Το μοναδικό τμήμα της Ηπείρου που δέχτηκε επιδράσεις στην αρχιτεκτονική, ήταν τα παράλια του Ιονίου, και τα νησιά. Οι επιδράσεις, όμως, αυτές προέρχονταν περισσότερο από τη Δύση και λιγότερο από την Ανατολή.
Ο Ιταλός περιηγητή ς Φραγκίσκο Γκουιτσιαρντίνι, σε μια επίσκεψή του στα Γιάννινα, το 1900 γράφει:
«Οι δρόμοι εκεί δεν είναι ούτε πλατιοί ούτε ίσιοι και τα πλευρά τους σχηματίζονται από σπίτια, που έχουν, τα περισσότερα, δύο πατώματα ή από τοίχους, που περιβάλλουν σαν μάντρες κήπους και στο βάθος είναι το σπίτι. Όλα τα σπίτια της πόλης έχουν κήπους, μέσα στους οποίους φυτρώνουν ρωμαλέα πλατάνια, αύλανθοιι, συκαμιές, ακακίες, που σκεπάζουν τους δρόμους με δροσερή σκιά και δίνουν στην πόλη, όταν τη βλέπεις από απόσταση, την όψη μιας πρασινάδας, που εδώ και εκεί δεσπόζεται από τις κορφές των ψηλών οικοδομών».
Η πόλη μας, ως το 1960 περίπου, στο σύνολό της, έμοιαζε με την παραπάνω περιγραφή. Από τότε κατεδαφίστηκαν και κάηκαν σπίτια και εξαφανίστηκαν ολόκληρες γειτονιές. Ο μόλος με τα μεγάλα πλατάνια είναι ένα ανέπαφο κομμάτι. Περνάς την κυρα-Φροσύνη και κάτω από τη σκιά του κάστρου φτάνεις στη Σκάλα, περπατάς ανάμεσα από τα πέτρινα σπίτια της Σιαράβας και από δω πλέον αρχίζει και το τέλος της μικρής μας πόλης...
Στα σχέδια που ακολουθούν υπάρχει η αγάπη μου για την πόλη που γεννήθηκα και που ζω. Είναι τα Γιάννινα της γενιάς μου που έζησε τη μεγάλη αλλαγή της πόλης αυτής. Είναι λίγες γωνιές που πρόλαβα να σχεδιάσω από τα παλιά Γιάννινα. Όλα τα σχέδια έχουν γίνει εκ του φυσικού από το 1965 ως το 1984 και έχουν σχεδιαστεί με σινική μελάνη. Πιστεύω, μέσα από τα δικά μου μάτια, να μπορέσει να δει κανείς στενά και σπίτια που άλλοτε προσπερνούσε βιαστικά, να προσέξει πόρτες... παράθυρα... που δεν έδινε σημασία.
Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν, μαζί μέσα απ' αυτά τα σχέδια, να πάμε στις παλιές γειτονιές, να ανοίξουμε τις βαριές αυλόπορτες, να μπούμε στις δροσερές αυλές και τα χαγιάτια, να ανεβούμε στις φωτεινές κρεβάτες, να σταθούμε για λίγο στα Γιάννινα που χάθηκαν, στα Γιάννινα που... φεύγουν.
|